
Ημερομηνία
εορτής:
|
02/01/2020
|
Τύπος εορτής:
|
Σταθερή.
Εορτάζει
στις 2 Ιανουαρίου εκάστου έτους.
|
Ιερά Λείψανα:
|
Τα Ιερά
Λείψανα του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ βρίσκονται στη Μονή Ντιβίγιεβο Ρωσίας.
Αποτμήματα
των Ιερών Λειψάνων του Αγίου βρίσκονται στη Μονή Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου
Πενταλόφου Κιλκίς και στο Ναό Αγίας Αἰκατερίνης Στρογγύλης Κορωπίου Αττικής.
|
Βιογραφία

Ο Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ
(✝1759-1833)
Ο Άγιος Σεραφείμ γεννήθηκε στο
Κουρσκ της Ρωσίας στις 19 Ιουλίου 1759 μ.Χ. και ονομάσθηκε Πρόχορος. Οι γονείς
του, Ισίδωρος και Αγάθη Μοσνίν, ήταν ευκατάστατοι έμποροι. Ο πατέρας του είχε
εργοστάσια πλινθοποιίας και παράλληλα αναλάμβανε την ανέγερση πέτρινων
οικοδομημάτων, ναών και σπιτιών. Κάποτε άρχισε να χτίζει στο Κουρσκ ένα ναό
προς τιμήν του Οσίου Σεργίου του Ραντονέζ, του Θαυματουργού, αλλά ξαφνικά το
1762 μ.Χ., πεθαίνει, αφήνοντας στην σύζυγό του τη μέριμνα για την ολοκλήρωση
του ναού. Ο Πρόχορος κληρονόμησε τις αρετές των γονέων του και ιδίως την
ευσέβειά τους.(✝1759-1833)
Σε ηλικία δέκα ετών
άρχισε να μαθαίνει με ζήλο τα ιερά γράμματα, αλλά αρρώστησε ξαφνικά βαριά χωρίς
ελπίδα αναρρώσεως. Στην κρισιμότερη καμπή της ασθένειας είδε στον ύπνο του την
Παναγία, η οποία υποσχέθηκε ότι θα τον επισκεφθεί και θα τον θεραπεύσει.
Πράγματι, έτυχε μια μέρα να γίνεται λιτανεία και να περνά έξω από την οικία του
μικρού άρρωστου παιδιού, η θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου. Τη στιγμή εκείνη
έπιασε δυνατή βροχή. Η λιτανεία σταμάτησε και η εικόνα μεταφέρθηκε στην αυλή
της οικίας του Προχόρου, μέχρι να περάσει η μπόρα. Τότε η μητέρα του Αγάθη,
κατέβασε το άρρωστο παιδί της και το πέρασε κάτω από την εικόνα. Από την ημέρα
εκείνη η υγεία του βελτιώθηκε μέχρι που αποκαταστάθηκε τελείως.

Περιφρουρούμενος με το
ταπεινό φρόνημα ο Διάκονος Σεραφείμ, ανέρχεται στην Πνευματική ζωή «ἐκ δυνάμεως
εἰς δύναμιν». Ως Διάκονος παραμένει όλη την ημέρα στο Μοναστήρι, διακονεί στις
Ακολουθίες, τηρεί με ακρίβεια τους μοναστηριακούς κανονισμούς και εκτελεί τα
διακονήματά του. Το βράδυ όμως απομακρύνεται στο δάσος, στο ερημικό του κελί,
όπου διέρχεται τις νυκτερινές ώρες με προσευχή, και πολύ πρωί επιστρέφει πάλι
στο μοναστήρι.
Στις 2 Σεπτεμβρίου 1793
μ.Χ. χειροτονείται Ιερεύς και αποδύεται με μεγαλύτερο ζήλο και αγάπη στον
Πνευματικό αγώνα. Τώρα πλέον δεν τον ικανοποιεί ο βαρύς για τους άλλους μόχθος
της κοινοβιακής ζωής, δηλαδή η κοινή προσευχή, η νηστεία, η υπακοή, η
ακτημοσύνη. Μέσα του φουντώνει η δίψα για πιο υψηλές Πνευματικές ασκήσεις.
Εγκαταλείπει λοιπόν, με την ευλογία του Ηγουμένου, τη Μονή και αποσύρεται μέσα
στο πυκνό δάσος του Σάρωφ. Περνά εκεί δεκαπέντε χρόνια σε τέλεια απομόνωση, με
αυστηρή νηστεία, αδιάλειπτη προσευχή, μελέτη του Θείου Λόγου και σωματικούς κόπους.
Για χίλιες ημέρες και χίλιες νύκτες μιμείται του παλιούς στυλίτες της
Εκκλησίας. Ανεβασμένος σε μία πέτρα και με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό,
προσεύχεται: «Ὁ Θεὸς ἰλάσθητι μοὶ τῷ ἁμαρτωλῷ».

Εξομολογούσε πολλούς,
θεράπευε ασθενείς, ενώ σε άλλους έδιδε να ασπασθούν τον σταυρό που είχε
κρεμασμένο στο στήθος του ή την εικόνα που είχε στο τραπέζι του κελιού του. Σε
πολλούς πρόσφερε ως ευλογία αντίδωρο, αγίασμα ή παξιμάδια, άλλους τους σταύρωνε
στο μέτωπο με λάδι από το καντήλι, ενώ μερικούς τους αγκάλιαζε και τους
ασπαζόταν λέγοντας: «Χριστὸς Ἀνέστη!».
Την 1η Ιανουαρίου 1833
μ.Χ., ημέρα Κυριακή, ο Όσιος ήλθε για τελευταία φορά στο Ναό του νοσοκομείου
των Αγίων Ζωσιμά και Σαββατίου. Άναψε κερί σε όλες τις εικόνες και τις
ασπάσθηκε. Μετάλαβε των Αχράντων Μυστηρίων και μετά το τέλος της Θείας
Λειτουργίας ζήτησε συγχώρεση από όλους τους αδελφούς, τους ευλόγησε, τους
ασπάσθηκε και παρηγορητικά τους είπε: «Σώζεσθε, μὴν ἀκηδιᾶτε, ἀγρυπνεῖτε καὶ
προσεύχεσθε. Στέφανοι μᾶς ἑτοιμάζονται». Ο Μοναχός Παύλος πρόσεξε ότι ο Όσιος
εκείνη την ημέρα πήγε τρεις φορές στον τόπο που είχε υποδείξει για τον
ενταφιασμό του. Καθόταν εκεί και κοίταζε αρκετή ώρα στη γη. Το βράδυ τον άκουσε
να ψάλλει στο κελί του Πασχαλινούς ύμνους: «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι....»,
«Φωτίζου, φωτίζου ἡ νέα Ἱερουσαλήμ....», «Ὤ, Πάσχα τὸ μέγα καὶ ἱερώτατον,
Χριστέ....».
Ο Όσιος κοιμήθηκε με
ειρήνη στις 2 Ιανουαρίου 1833 μ.Χ. Οι μοναχοί τον είδαν με το λευκό ζωστικό,
γονατιστό σε στάση προσευχής μπροστά στην εικόνα της Θεοτόκου, ασκεπή, με το
χάλκινο σταυρό στο λαιμό και με τα χέρια στο στήθος σε σχήμα σταυρού. Νόμιζαν
ότι τον είχε πάρει ο ύπνος.
Τα ιερά λείψανά του
εξαφανίστηκαν κατά την περίοδο της Οκτωβριανής επαναστάσεως και ξαναβρέθηκαν το
1990 μ.Χ., στην Αγία Πετρούπολη. Το 1991 μ.Χ. επέστρεψαν στην μονή Ντιβέγιεβο.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστῷ ἐκ νεότητος ἀκολουθήσας θερμῶς, εὐχαῖς καὶ δεήσεσιν, ἐν τῇ ἐρήμῳ Σαρώφ, ὡς ἄσαρκος ἤσκησας· ὅθεν τοῦ Παρακλήτου, δεδεγμένος τὴν χάριν, ὤφθης τῆς Θεοτόκου, θεοφόρος θεράπων· διὸ σε μακαρίζομεν, Σεραφεὶμ Πάτερ Ὅσιε.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν Σάρωφ ὡς ἄγγελος, βεβιωμένος, Σεραφεὶμ μακάριε, ὤφθης δοχεῖον ἐκλεκτόν, τῶν χαρισμάτων, τοῦ Πνεύματος, λόγῳ πλουσίῳ ἐκφαίνων τὰ κρείττονα.
Μεγαλυνάριον
Ὅλος ἀνακείμενος τῷ Χριστῷ, χαρίτων τῶν θείων, ἀναδέδειξαι θησαυρός, θαύμασι καὶ λόγοις, καὶ θείαις ὑποθήκαις ὦ Σεραφεὶμ παμμάκαρ, φωτίζων ἅπαντας.
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστῷ ἐκ νεότητος ἀκολουθήσας θερμῶς, εὐχαῖς καὶ δεήσεσιν, ἐν τῇ ἐρήμῳ Σαρώφ, ὡς ἄσαρκος ἤσκησας· ὅθεν τοῦ Παρακλήτου, δεδεγμένος τὴν χάριν, ὤφθης τῆς Θεοτόκου, θεοφόρος θεράπων· διὸ σε μακαρίζομεν, Σεραφεὶμ Πάτερ Ὅσιε.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν Σάρωφ ὡς ἄγγελος, βεβιωμένος, Σεραφεὶμ μακάριε, ὤφθης δοχεῖον ἐκλεκτόν, τῶν χαρισμάτων, τοῦ Πνεύματος, λόγῳ πλουσίῳ ἐκφαίνων τὰ κρείττονα.
Μεγαλυνάριον
Ὅλος ἀνακείμενος τῷ Χριστῷ, χαρίτων τῶν θείων, ἀναδέδειξαι θησαυρός, θαύμασι καὶ λόγοις, καὶ θείαις ὑποθήκαις ὦ Σεραφεὶμ παμμάκαρ, φωτίζων ἅπαντας.