εἰ ὁ Θεὸς ὑπὲρ ἡμῶν, τίς καθ᾿ ἡμῶν; ~ Προς Ρωμαίους 8:31

Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου Θεού. Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ· πλήρης ο ουρανός και η γη της Δόξης Σου. Ωσαννά εν τοις Υψίστοις· Ευλογημένος ο Ερχόμενος εν Ονόματι Κυρίου.

Τα γεγονότα της Μεγάλης Εβδομάδας - Τα Πάθη του Χριστού και η Ανάσταση Του - Κάνε κλικ στην εικόνα

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 16 Απριλίου 2021

Περί αγάπης, ελπίδος και πίστεως

  


ΟΣΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ ‐ ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ

ΛΟΓΟΣ ΤΡΙΑΚΟΣΤΟΣ
Περὶ ἀγάπης, ἐλπίδος καὶ πίστεως

(Διὰ τὸν σύνδεσμον τῆς ἐναρέτου τριάδος τῶν ἀρετῶντῆς ἀγάπηςτῆς ἐλπίδος καὶ τῆς πίστεως)

ΝΥΝΙ ΔΕ λοιπὸν ‐ ὕστερα ἀπὸ ὅλα τὰ προηγούμενα ‐ μένει τὰ τρία ταῦτα – τὰ ὁποῖα σφίγγουν καὶ διατηροῦν τὸν σύνδεσμο ὅλων – πίστιςἐλπίςἀγάπη· μείζων δὲ πάντων ἡ ἀγάπη» (πρβλΑ´ Κοριγ´ 13), διότι καὶ ὁ Θεὸς ἀγάπη ὀνομάζεται (πρβλΑ´ Ἰωάνδ´ 16). Ἐγὼ ὅμως τὴν μία τὴν βλέπω σὰν ἀκτίνα,

τὴν ἄλλη σὰν φῶς καὶ τὴν Τρίτη σὰν ἡλιακὸ δίσκοκαὶ ὅλες μαζὶ σὰν ἕνα φωτεινὸ ἀπαύγασμα καὶ μία καὶ τὴν αὐτὴν λαμπρότηταἩ μίαἡ πίστιςδύναται νὰ ἐπιτελέση τὰ πάνταἩ ἄλληἡ ἐλπίςπερικυκλώνει μὲ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν καταισχύνει τὸν ἐλπίζονταΚαὶ ἡ Τρίτηἡ ἀγάπηδὲν πέφτει ποτὲ ἀπὸ τὸ ὕψος της οὔτε σταματᾶ ἀπὸ τὸ τρέξιμό της οὔτε ἐπιτρέπει σ ̓ αὐτὸν ποὺ ἐπλήγωσε μὲ τὰ βέλη της νὰ ἠρεμήση ἀπὸ τὴν «μακαρίαν μανίαν» ποὺ τοῦ ἐπροξένησε.

2. Αὐτὸς ποὺ θέλει νὰ ὁμιλῆ γιὰ τὴν ἀγάπη εἶναι σὰν νὰ ἐπιχειρῆ νὰ ὁμιλῆ γιὰ τὸν ἴδιο τὸν ΘεόνἩ ἀνάπτυξις ὅμως ὁμιλίας περὶ Θεοῦ εἶναι πράγμα ἐπισφαλὲς καὶ ἐπικίνδυνο σὲ ὅσους δὲν προσέχουνΓιὰ τὴν ἀγάπη γνωρίζουν νὰ ὁμιλοῦν οἱ Ἄγγελοιἀλλὰ καὶ αὐτοὶ ἀνάλογα μὲ τὸν βαθμὸ τῆς θείας ἐλλάμψεώς τουςἈγάπη εἶναι ὁ Θεόςκαὶ ὅποιος προσπαθεῖ νὰ δώση ὁρισμὸ τοῦ Θεοῦ ὁμοιάζει μὲ τυφλὸ ποὺ μετρᾶ στὴν ἄβυσσο τοὺς κόκκους τῆς ἄμμου.

3. Ἡ ἀγάπηὡς πρὸς τὴν ποιότητά της εἶναι ὁμοίωσις μὲ τὸν Θεόνὅσο βέβαια εἶναι δυνατὸν στοὺς ἀνθρώπουςὩς πρὸς τὴν ἐνέργειά τηςμέθη τῆς ψυχῆςὩς πρὸς δὲ τὶς ἰδιότητές τηςπηγὴ πίστεωςἄβυσσος μακροθυμίαςθάλασσα ταπεινώσεως.

4. Ἡ ἀγάπη κυρίως εἶναι ἡ ἀπόρριψις κάθε ἐχθρικῆς καὶ ἀντιθέτου σκέψεωςἐφ ̓ ὅσον «ἡ ἀγάπη οὐ λογίζεται τὸ κακόν» (Α´ Κοριγ´ 5). Ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἀπάθεια καὶ ἡ υἱοθεσία μόνο στὴν ὀνομασία διαφέρουνὍπως ταυτίζεται ἡ ἐνέργεια στὸ φῶςστὴν φωτιὰ καὶ στὴν φλόγαἔτσι νὰ σκέπτεσαι ὅτι συμβαίνει καὶ σ ̓ αὐτέςὍσο ποσὸν ἀγάπης λείπειτόσο ποσὸν φόβου ὑπάρχειΔιότι ὅποιος δὲν ἔχει φόβο ἢ εἶναι γεμάτος ἀπὸ ἀγάπη ἢ εἶναι νεκρωμένος ψυχικά.

5. Δὲν εἶναι ἀπρεπὲς ἐὰν ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα πράγματα χρησιμοποιήσωμε παραδείγματα γιὰ τὸν πόθο καὶ τὸν φόβο καὶ τὴν ἐπιμέλεια καὶ τὸν ζῆλο καὶ τὴν δουλεία καὶ τὸν ἔρωτα τοῦ Θεοῦ.

Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ ἀπέκτησε τέτοιο πόθο πρὸς τὸν Θεόνὡσὰν αὐτὸν ποὺ ἔχει ὁ μανιώδης ἐραστὴς πρὸς τὴν ἐρωμένη του.

Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ ἐφοβήθηκε τὸν Κύριονὅσο οἱ ὑπόδικοι τὸν δικαστή.

Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ ἔδειξε τόση ἐπιμέλεια καὶ φροντίδα στὰ πνευματικάὅσο οἱ εὐγνώμονες δοῦλοι στὸν κύριό τους.

Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ ἔδειξε τόση ζηλοτυπία γιὰ τὶς ἀρετέςὅση οἱ σύζυγοι ποὺ προσέχουν ζηλότυπα τὶς γυναῖκες τους.

Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς ἵσταται ἐμπρὸς στὸν Κύριον ὅπως οἱ ὑπηρέτες ἐμπρὸς στὸν βασιλέα.

Μακάριος ἐκεῖνος ποὺ προσπαθεῖ συνεχῶς νὰ περιποιῆται καὶ νὰ ἀναπαύη τὸν Κύριον ὅπως ἔτυχε νὰ περιποιηθῆ καὶ νὰ ἀναπαύση (σεβαστούςἀνθρώπους.

Δὲν προσκολλᾶται τόσο πολὺ ἡ μητέρα στὸ βρέφος ποὺ θηλάζειὅσο ὁ υἱὸς τῆς ἀγάπης στὸν Κύριον.

6. Ὁ πραγματικὸς ἐραστὴς φέρνει πάντοτε στὸν νοῦ του τὸ πρόσωπο τοῦ ἀγαπημένου του καὶ τὸ ἐναγκαλίζεται μυστικὰ μὲ ἡδονήΑὐτὸς ποτέοὔτε καὶ στὸν ὕπνο του δὲν μπορεῖ νὰ ἡσυχάσηἀλλὰ καὶ ἐκεῖ βλέπει τὸ ποθητὸ πρόσωπο καὶ συνομιλεῖ μαζί τουἜτσι συμβαίνει στὸν σωματικὸ ἔρωταἜτσι συμβαίνει καὶ σ ̓ αὐτοὺς ποὺ ἂν καὶ ἔχουν σῶμα εἶναι ἀσώματοι (καὶ ἀσκοῦν τὸν πνευματικὸ ἔρωτα).

7. Κάποιος ποὺ ἐκτυπήθηκε ἀπὸ αὐτὸ τὸ βέλος ἔλεγε γιὰ τὸν ἑαυτό του ‐ πράγμα ποὺ μὲ κάνει νὰ θαυμάζω ‐ : «Ἐγὼ καθεύδω» ἀπὸ τὴν ἀνάγκη τῆς φύσεως, «ἡ δὲ καρδία μου ἀγρυπνεῖ» ἀπὸ τὸ πλῆθος τοῦ ἔρωτος (πρβλἎσμα ε´ 2).

8. Πρέπει νὰ σημειώσης καὶ τοῦτοὡς ἀφωσιωμένε φίλεὅτι ἀφοῦ ἡ ψυχὴ σὰν ἄλλη ἔλαφος ἐξοντώση τὰ δηλητηριώδη ἑρπετὰ τῶν παθῶντότε «ἐπιποθεῖ καὶ ἐκλείπει πρὸς Κύριον» (πρβλΨαλμπγ´ 3), διότι πληγώνεται σὰν μὲ δηλητήριο ἀπὸ τὸ πῦρ τῆς ἀγάπης.

9. Ἐκεῖνο ποὺ προξενεῖ ἡ πείνα εἶναι κάτι ποὺ δὲν φαίνεται καὶ δὲν ἐκδηλώνεταιἘκεῖνο ὅμως ποὺ προξενεῖ ἡ δίψα εἶναι κάτι τὸ ἔντονο καὶ φανερὸ ποὺ κάνει ἔκδηλο σὲ ὅλους τὸν ἐσωτερικὸ φλογισμόΓι ̓ αὐτὸ καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἐπόθει τὸν Θεὸν ἔλεγε: «Ἐδίψησεν ἡ ψυχή μου πρὸς τὸν Θεόντὸν ἰσχυρόντὸν ζῶντα» (Ψαλμμα´ 3).

10. Ἐὰν τὸ πρόσωπο ποὺ ἀγαποῦμε γνήσιαμᾶς μεταβάλλη ἐξ ὁλοκλήρου μὲ τὴν παρουσία του καὶ μᾶς κάνη φαιδροὺς καὶ χαρωποὺς καὶ χωρὶς λύπητί δὲν θὰ προξενῆ ἄραγε τὸ πρόσωπο τοῦ Δεσπότουὅταν ἐπισκέπτεται μυστικὰ τὴν καθαρὴ ψυχή;

11. Ὁ φόβοςὅταν εἰσχωρήση πραγματικὰ σὲ μία ψυχήλυώνει καὶ κατατρώγει τὰ ρυπαρὰ πάθη τῆς σαρκός. «Καθήλωσον ἐκ τοῦ φόβου σου τὰς σάρκας μου», λέγει σχετικὰ ὁ Ψαλμῳδὸς (Ψαλμριη´ 120). Ἐνῷ ἡ ὁσία ἀγάπηἄλλους συνηθίζει νὰ τοὺς κατατρώγηὅπως εἶπε ὁ σοφός: «Ἐκαρδίωσας ἡμᾶςἐκαρδίωσας»· δηλαδὴ «μᾶς ἐπλήγωσες στὴν καρδιά» (Ἆσμα δ´ 9). Ἄλλους τοὺς κάνει ὡρισμένες φορὲς νὰ ἀγάλλωνται καὶ νὰ λάμπουν ἀπὸ χαράὅπως πάλι ἀναφέρεται στὴν Γραφή: «Ἐπ ̓ αὐτῷ ἤλπισεν ἡ καρδία μου καὶ ἐβοηθήθην καὶ ἀνέθαλεν ἡ σάρξ μου» (Ψαλμκζ´ 7). Καί· «Καρδίας εὐφραινομένης πρόσωπον θάλλει» (Παριε´ 13).

Ὅταν λοιπὸν ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος συγχωνευθῆ κάπως μὲ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦτότε καὶ ἐξωτερικὰ στὸ σῶμα του σὰν σὲ καθρέπτη δείχνει τὴν ἐσωτερικὴ λαμπρότητα τῆς ψυχῆςΚατ ̓ αὐτὸν τὸν τρόπο ἐδοξάσθη καὶ ἐκεῖνος ὁ θεόπτηςὁ ΜωϋσῆςὍσοι κατέκτησαν τὴν ἰσάγγελη αὐτὴ βαθμίδαξεχνοῦν πολλὲς φορὲς τὴν σωματικὴ τροφήΚαὶ νομίζω ὅτι δὲν τὴν ἐπιθυμοῦν καὶ τόσο συχνάπράγμα ὄχι ἀπίστευτοἀφοῦ συμβαίνει καὶ ὁ μὴ κατὰ Θεὸν πόθος νὰ κόβη πολλὲς φορὲς τὴν ἐπιθυμία τοῦ φαγητοῦ.

Αὐτῶν ποὺ ἔφθασαν πλέον σὲ τέτοια ἀφθαρσία νομίζω ὅτι καὶ τὸ σῶμα τους δὲν θὰ ἀσθενῆ τόσο εὔκολαΔιότι κατὰ κάποιον τρόπο ἐξαγνίσθηκε πλέον καὶ ἀφθαρτοποιήθηκεἩ φλόγα δηλαδὴ τῆς ἁγνότητος ἔσβησε τὴν φλόγα τῶν σαρκικῶν παθῶν καὶ ἀσθενειῶνΝομίζω ἀκόμη ὅτι καὶ τὸ φαγητὸ ποὺ τρώγουν δὲν τοὺς προξενεῖ καμμία εὐχαρίστησιΔιότι ὅπως οἱ ὑπόγειες φλέβες τοῦ νεροῦ ποτίζουν μυστικὰ τὶς ρίζες τῶν φυτῶνἔτσι καὶ τὶς ψυχὲς αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων τὶς τρέφει μυστικὰ τὸ οὐράνιο πῦρ.

12. Ἡ αὔξησις τοῦ φόβου εἶναι ἀρχὴ τῆς ἀγάπηςΚαὶ τὸ τέλος τῆς ἁγνείας εἶναι προϋπόθεσις τῆς θεολογίαςἘκεῖνος ποὺ ἕνωσε τελείως τὶς αἰσθήσεις του μὲ τὸν Θεόνμυσταγωγεῖται στὴν θεολογία ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ΘεόνἘὰν ὅμως οἱ αἰσθήσεις δὲν ἔχουν ἑνωθῆ μὲ τὸν Θεόνεἶναι δύσκολο καὶ ἐπικίνδυνο νὰ θεολογῆ κανείς.

13. Ὁ ἐνυπόστατος Λόγος τοῦ Θεοῦ Πατρόςσὲ ἐκεῖνον ποὺ θὰ κατοικήσηθὰ χαρίση τελεία ἁγνότητα καὶ καθαρότητανεκρώνοντας τὸν θάνατο, (δηλαδὴ τὰ πάθη ποὺ νεκρώνουν τὴν ψυχή). Μετὰ ἀπὸ τὴν νέκρωσι αὐτήὁ μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ φωτίζεται καὶ γίνεται γνώστης τῆς θεολογίας. (Ὁ ἁγνὸς γνωρίζει

τὸν Ἁγνόν), ἐφ ̓ ὅσον «ὁ Λόγος Κυρίουδηλαδὴ ὁ Υἱὸς τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦἁγνός (ἐστιδιαμένων εἰς αἰώνα αἰῶνος» (πρβλΨαλμια´ 7, ιη´ 10). Καὶ ὅποιος δὲν ἐγνώρισε κατ ̓ αὐτὸν τὸν τρόπο τὸν Θεόνὁμιλεῖ περὶ Θεοῦ «στοχαστικῶς».

14. Ἡ ἁγνεία ἀνέδειξε θεολόγο τὸν μαθητήὁ ὁποῖος μὲ τὴν ἁγνεία του αὐτὴ ἀξιώθηκε νὰ κηρύξη καὶ νὰ στερεώση τὰ δόγματα τῆς Ἁγίας Τριάδος.

15. Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Κύριονἔχει προηγουμένως ἀγαπήσει τὸν ἀδελφό τουΤὸ δεύτερο ὁπωσδήποτε εἶναι ἀπόδειξις τοῦ πρώτουἘκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ τὸν πλησίον τουποτὲ δὲν θὰ ἀνεχθῆ ἀνθρώπους ποὺ καταλαλοῦνΘὰ φύγη δὲ μακρυὰ ἀπὸ αὐτοὺς σὰν ἀπὸ φωτιάἘκεῖνος ποὺ λέγει ὅτι ἀγαπᾶ τὸν Κύριον καὶ συγχρόνως ὀργίζεται κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ τουὁμοιάζει μὲ ἐκεῖνον ποὺ τρέχει στὸν ὕπνο του!

16. Ἡ δύναμις τῆς ἀγάπης εἶναι ἡ ἐλπίςδιότι μὲ αὐτὴν περιμένομε τὸν μισθὸ τῆς ἀγάπηςἩ ἐλπὶς εἶναι «ἀδήλου πλούτου πλοῦτος», (δηλαδὴ πλοῦτος ἑνὸς πλούτου ποὺ δὲν φαίνεται). Ἡ ἐλπὶς εἶναι ἀσφαλὴς ἀπόκτησις θησαυροῦ πρὶν ἀπὸ τὴν ἀπόκτησί τουΑὐτὴ εἶναι ἀνάπαυσις καὶ ἀνακούφισις ἀπὸ τοὺς κόπουςΑὐτὴ εἶναι ἡ θύρα τῆς ἀγάπηςΑὐτὴ φονεύει τὴν ἀπόγνωσιΑὐτὴ εἰκονίζει ἐμπρός μας τὰ πράγματα ποὺ εὑρίσκονται μακρυάἜλλειψις τῆς ἐλπίδος σημαίνει ἀφανισμὸς τῆς ἀγάπηςΣ ̓ αὐτὴν εἶναι δεμένοι οἱ πόνοισ ̓ αὐτὴν εἶναι κρεμασμένοι οἱ κόποιαὐτὴν περικυκλώνει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

17. Ὁ εὔελπις μοναχὸς εἶναι σφάκτης τῆς ἀκηδίαςτὴν ὁποία κατανικᾶ μὲ τὴν μάχαιρα τῆς ἐλπίδοςἩ ἐλπὶς γεννᾶται ἀπὸ τὴν γεῦσι καὶ τὴν ἐμπειρία τῶν δώρων τοῦ ΚυρίουΔιότι αὐτὸς ποὺ δὲν τὰ ἐγεύθηκεἔχει δισταγμούςΤὴν ἐλπίδα τὴν ἐξαφανίζει ὁ θυμόςδιότι ὅπως λέγει ἡ Γραφή, «ἡ ἐλπὶς οὐ καταισχύνει» (Ρωμε´ 5), ἐνῷ «ἀνὴρ θυμώδης οὐκ εὐσχήμων» (Πάρμια´ 25).

18. Ἡ ἀγάπη χορηγεῖ τὴν χάρι τῆς προφητείαςἡ ἀγάπη παρέχει τὴν δύναμι τῆς θαυματουργίαςἡ ἀγάπη εἶναι ἡ ἄβυσσος τῆς θείας ἐλλάμψεωςἡ ἀγάπη εἶναι ἡ πηγὴ τοῦ θεϊκοῦ πυρὸς – ὅσο περισσότερο πῦρ ἀναβλύζειτόσο περισσότερο καταφλέγει ἐκεῖνον ποὺ διψᾶἩ ἀγάπη εἶναι ἡ στάσις καὶ ἡ ἑδραίωσις τῶν Ἀγγέλωνἡ πρόοδος εἰς τοὺς αἰῶνες ὅλων τῶν ἐκλεκτῶν τοῦ Θεοῦ.

«Ἀνάγγειλέ μαςὦ σὺ ἡ ὡραία ἀνάμεσα στὶς ἀρετέςποῦ βόσκεις τὰ πρόβατά σουΠοῦ κατασκηνώνεις τὸ μεσημέρι;» (πρβλἎσμα α´ 7). «Φώτισον ἡμᾶςπότισον ἡμᾶςὁδήγησον ἡμᾶςχειραγώγησον ἡμᾶς». Ἐπιθυμοῦμε πιὰ νὰ ἀνεβοῦμε κοντά σουΔιότι ἐσὺ κυριαρχεῖς σὲ ὅλαΤώρα μοῦ ἐπλήγωσες τὴν καρδία καὶ δὲν μπορῶ νὰ ἀνθέξω στὴν φλόγα σουΓι ̓ αὐτὸ θὰ σὲ ὑμνήσω καὶ θὰ προχωρήσωἘσὺ κυριαρχεῖς ἐπάνω στὴν δύναμι τῆς θαλάσσηςἐσὺ καταπραΰνεις καὶ νεκρώνεις τὴν ταραχὴ τῶν κυμάτων τηςἘσὺ ταπεινώνεις καὶ καταρρίπτεις ὡς τραυματία τὸν ὑπερήφανο λογισμόΜὲ τὸν ἰσχυρό σου βραχίονα διασκορπίζεις τοὺς ἐχθρούς σου (πρβλΨαλμπη´ 1011) καὶ ἀναδεικνύεις ἀνικήτους τους ἰδικούς σου ἐραστὰς.

» Καὶ βιάζομαι νὰ μάθω πῶς σὲ εἶδε ὁ Ἰακὼβ ἐπάνω στὴν κορυφὴ τῆς κλίμακοςἘρωτῶ νὰ μάθω γι ̓ αὐτὴν τὴν ἀνάβασιΠές μουπῶς ἦταν ὁ τρόπος καὶ ἡ σύνθεσις στὴν διάταξι τῶν βαθμίδωνΤῶν βαθμίδων τῆς ἀναβάσεως ἐκείνηςτὴν ὁποία ἔβαλε στὸν νοῦ καὶ στὴν καρδία του νὰ ἐπιχειρήση ὁ ἐραστής σου; (πρβλΨαλμπγ´ 6). Διψῶ ἀκόμη νὰ μάθωποιὸς ἦταν ὁ ἀριθμὸς τῶν βαθμίδωνκαὶ πόσος χρόνος ἐχρειαζόταν γιὰ τὴν ἀνάβασιΔιότι τοὺς μὲν χειραγωγοὺς τῆς ἀναβάσεως, (τοὺς Ἀγγέλους δηλαδή), τοὺς ἀνήγγειλε αὐτὸς ποὺ σὲ εἶδε καὶ ἐπάλαιψε μαζί σουἀλλὰ γιὰ τίποτε ἄλλο δὲν θέλησε ἢ μᾶλλον δὲν κατώρθωσε νὰ μᾶς διαφωτίση».

Ἐκείνη δὲ ‐ἂν καὶ θεωρῶ καλύτερο νὰ εἰπῶ Ἐκεῖνος‐ ἡ βασίλισσασὰν νὰ ἔσκυψε ἀπὸ τὸν οὐρανόἔλεγε στὰ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς μου:

«Ἐάνὦ ἐραστάδὲν λυθῆς ἀπὸ τὴν παχύτητα τοῦ σώματοςδὲν θὰ μπορέσης νὰ γνωρίσης τὸ κάλλος τοῦ προσώπου μουἩ κλίμαξ ἂς σὲ διδάσκη τὴν πνευματικὴ σύνθεσι τῶν ἐπὶ μέρους ἀρετῶνΣτὴν κορυφὴ δὲ αὐτῆς τῆς κλίμακος εἶμαι στηριγμένη ἐγώκαθὼς τὸ εἶπε ὁ μεγάλος μύστης μου, (ὁ Ἀπόστολος Παῦλος): «Νυνὶ δὲ μένει τὰ τρία ταῦτα· πίστιςἐλπίςἀγάπη· μείζων δὲ πάντων ἡ

ἀγάπη» (Α´ Κοριγ´ 13).