εἰ ὁ Θεὸς ὑπὲρ ἡμῶν, τίς καθ᾿ ἡμῶν; ~ Προς Ρωμαίους 8:31

Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου Θεού. Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ· πλήρης ο ουρανός και η γη της Δόξης Σου. Ωσαννά εν τοις Υψίστοις· Ευλογημένος ο Ερχόμενος εν Ονόματι Κυρίου.

Τα γεγονότα της Μεγάλης Εβδομάδας - Τα Πάθη του Χριστού και η Ανάσταση Του - Κάνε κλικ στην εικόνα

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 27 Απριλίου 2021

Μεγάλη Τετάρτη - Της αλειψάσης τον Κύριον μύρω

 

Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο - Της αλειψάσης τον Κύριον μύρω 

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ζ

36 Ἠρώτα δέ τις αὐτὸν τῶν Φαρισαίων ἵνα φάγῃ μετ’ αὐτοῦ· καὶ εἰσελθὼν εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ Φαρισαίου ἀνεκλίθη. 37 καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἐν τῇ πόλει ἥτις ἦν ἁμαρτωλός, καὶ ἐπιγνοῦσα ὅτι ἀνάκειται ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ Φαρισαίου, κομίσασα ἀλάβαστρον μύρου 38 καὶ στᾶσα ὀπίσω παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ κλαίουσα, ἤρξατο βρέχειν τοὺς πόδας αὐτοῦ τοῖς δάκρυσι καὶ ταῖς θριξὶ τῆς κεφαλῆς αὐτῆς ἐξέμασσε, καὶ κατεφίλει τοὺς πόδας αὐτοῦ καὶ ἤλειφε τῷ μύρῳ. 39 ἰδὼν δὲ ὁ Φαρισαῖος ὁ καλέσας αὐτὸν εἶπεν ἐν ἑαυτῷ λέγων· οὗτος εἰ ἦν προφήτης, ἐγίνωσκεν ἂν τίς καὶ ποταπὴ ἡ γυνὴ ἥτις ἅπτεται αὐτοῦ, ὅτι ἁμαρτωλός ἐστι. 40 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπε πρὸς αὐτόν· Σίμων, ἔχω σοί τι εἰπεῖν, ὁ δέ φησι· διδάσκαλε, εἰπέ. 41 δύο χρεωφειλέται ἦσαν δανειστῇ τινι. ὁ εἷς ὤφειλε δηνάρια πεντακόσια, ὁ δὲ ἕτερος πεντήκοντα. 42 μὴ ἐχόντων δὲ αὐτῶν ἀποδοῦναι, ἀμφοτέροις ἐχαρίσατο· τίς οὖν αὐτῶν, εἰπέ, πλεῖον αὐτὸν ἀγαπήσει; 43 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Σίμων εἶπεν· ὑπολαμβάνω ὅτι ᾧ τὸ πλεῖον ἐχαρίσατο. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· ὀρθῶς ἔκρινας. 44 καὶ στραφεὶς πρὸς τὴν γυναῖκα τῷ Σίμωνι ἔφη· βλέπεις ταύτην τὴν γυναῖκα; εἰσῆλθόν σου εἰς τὴν οἰκίαν, ὕδωρ ἐπὶ τοὺς πόδας μου οὐκ ἔδωκας· αὕτη δὲ τοῖς δάκρυσιν ἔβρεξέ μου τοὺς πόδας καὶ ταῖς θριξὶ τῆς κεφαλῆς αὐτῆς ἐξέμαξε. 45 φίλημά μοι οὐκ ἔδωκας· αὕτη δὲ ἀφ’ ἧς εἰσῆλθεν οὐ διέλιπε καταφιλοῦσά μου τοὺς πόδας. 46 ἐλαίῳ τὴν κεφαλήν μου οὐκ ἤλειψας· αὕτη δὲ μύρῳ ἤλειψέ μου τοὺς πόδας. 47 οὗ χάριν λέγω σοι, ἀφέωνται αἱ ἁμαρτίαι αὐτῆς αἱ πολλαί, ὅτι ἠγάπησε πολύ· ᾧ δὲ ὀλίγον ἀφίεται, ὀλίγον ἀγαπᾷ. 48 εἶπε δὲ αὐτῇ· ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι. 49 καὶ ἤρξαντο οἱ συνανακείμενοι λέγειν ἐν ἑαυτοῖς· τίς οὗτός ἐστιν ὃς καὶ ἁμαρτίας ἀφίησιν; 50 εἶπε δὲ πρὸς τὴν γυναῖκα· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην.

Μετάφραση:

Ο Ιησούς συγχωρεί μια αμαρτωλή γυναίκα
(Μτ 26:6-13· Ιω 12:3-8) 

36 Κάποιος Φαρισαίος προσκάλεσε τον Ιησού σε γεύμα. Ο Ιησούς μπήκε στο σπίτι του Φαρισαίου και κάθισε στο τραπέζι. 37 Στην πόλη ήταν κάποια αμαρτωλή γυναίκα· όταν άκουσε ότι ο Ιησούς γευματίζει στο σπίτι του Φαρισαίου, έφερε ένα αλαβάστρινο δοχείο με μύρο, 38 στάθηκε πίσω κοντά στα πόδια του και κλαίγοντας τα έβρεχε με τα δάκρυά της και τα σκούπιζε με τα μαλλιά της· τα φιλούσε και τα άλειφε με το μύρο. 39 Όταν το είδε αυτό ο Φαρισαίος που τον είχε προσκαλέσει, είπε από μέσα του: «Αν ο άνθρωπος αυτός ήταν προφήτης, θα γνώριζε ποια και τι είδους γυναίκα είναι αυτή που τον αγγίζει· γιατί είναι αμαρτωλή». 40 Ο Ιησούς απάντησε σ’ αυτές τις σκέψεις του και του είπε: «Σίμων, έχω κάτι να σου πω». «Πες μου Διδάσκαλε», είπε εκείνος. 41 «Δύο άνθρωποι χρωστούσαν λεφτά σε κάποιον δανειστή· ο ένας πεντακόσια δηνάρια κι ο άλλος πενήντα. 42 Επειδή όμως δεν είχαν να τα επιστρέψουν, τα χάρισε και στους δυο. Πες μας λοιπόν, ποιος από τους δυο θα του χρωστάει μεγαλύτερη ευγνωμοσύνη;» 43 Ο Σίμων αποκρίθηκε: «Νομίζω εκείνος στον οποίο χάρισε τα περισσότερα». «Ορθά έκρινες», του είπε ο Ιησούς· 44 και ρίχνοντας τη ματιά του στη γυναίκα τού είπε: «Βλέπεις ετούτη τη γυναίκα; Όταν μπήκα στο σπίτι σου, δε μου έπλυνες με νερό τα πόδια. Αυτή, αντίθετα, με δάκρυα μου έπλυνε τα πόδια και μου τα σκούπισε με τα μαλλιά της. 45 Ένα φίλημα δε μου ’δωσες· ενώ αυτή, από τη στιγμή που μπήκε, δεν έπαψε να μου φιλάει τα πόδια. 46 Το κεφάλι μου δεν μου το άλειψες με λάδι, ενώ αυτή μου άλειψε με μύρο τα πόδια. 47 Γι’ αυτό, λοιπόν, σε βεβαιώνω πως οι πολλές της αμαρτίες συγχωρήθηκαν, όπως δείχνει η πολλή ευγνωμοσύνη της. Σ’ όποιον συγχωρούνται λίγες αμαρτίες, αυτός δείχνει λίγη ευγνωμοσύνη». 48 Και στη γυναίκα είπε: «Οι αμαρτίες σου συγχωρήθηκαν». 49 Όσοι κάθονταν μαζί με τον Ιησού στο τραπέζι άρχισαν να λένε μεταξύ τους: «Ποιος είναι αυτός που ακόμη και αμαρτίες συγχωρεί;» 50 Μετά ο Ιησούς είπε στη γυναίκα: «Η πίστη σου σ’ έσωσε· πήγαινε στο καλό».

Λειτουργικά Κείμενα 

πολυτκιον

χος πλ. δ'.

δο Νυμφος ρχεται ν τ μσ τς νυκτς, κα μακριος δολος, ν ερσει γρηγοροντα, νξιος δ πλιν, ν ερσει αθυμοντα. Βλπε ον ψυχ μου, μ τ πν κατενεχθς, να μ τ θαντ παραδοθς, κα τς βασιλεας ξω κλεισθς, λλ ννηψον κρζουσα· γιος, γιος, γιος ε Θες, δι τς Θεοτκου λησον μς.


(Μετάφραση Ανδρέας Θεοδώρου)

Να, Νυμφίος ρχεται στ μέσο τς νύχτας, κι ετυχισμένος θ εναι δολος πο θ τν βρε ( Νυμφίος) ξάγρυπνο ν τν περιμένει· νάξιος μως πάλι θ εναι κενος, πο θ τν βρε ράθυμο κα προετοίμαστο. Βλέπε, λοιπόν, ψυχή μου ν μ βυθιστες στν πνευματικ πνο, γι ν μν παραδοθες στ θάνατο (τς μαρτίας) κα ν μείνεις ξω τς βασιλείας το Θεο. λλ νάνηψε κράζοντας· γιος, γιος, γιος εσαι σ Θες· σσε μας δι τς προστασίας τν πουρανίων σωμάτων δυνάμεων (τν γγέλων).


Κοντκιον

χος δ'. ψωθες.

πρ τν Πρνην γαθ νομήσας, δακρων μβρους οδαμς σοι προσξα, λλ σιγ δεμενος προσππτω σοι, πθ σπαζμενος, τος χρντους σου πδας, πως μοι τν φεσιν, ς Δεσπτης παρσχς, τν φλημτων κρζοντι Σωτρ. κ το βορβρου τν ργων μου ῥῦσα με.


(Μετάφραση Ανδρέας Θεοδώρου)

γαθ Κύριε, ν κα μάρτησα πι πολ π τν πόρνη μως δέ σο πρόσφερα (πως κείνη) βροχ δακρύων μετανοίας· λλ πέφτω στ πόδια σου, σιωπηλ δεόμενος κα σπαζόμενος τ λοκάθαρα πόδια σου, ν μο χορηγήσεις συγχώρηση τν πταισμάτων μου, κράζοντας Σωτρα μου: Λύτρωσέ με π τν θικ βόρβορο τν μαρτημάτων μου κα σσε με.


Οκος

πρην σωτος Γυν, ξαφνης σφρων φθη, μισσασα τ ργα, τς ασχρς μαρτας, κα δονς το σματος, διενθυμουμνη τν ασχνην τν πολλν, κα κρσιν τς κολσεως, ν ποστσι πρνοι κα σωτοι, ν περ πρτος πλω, κα πτοομαι, λλ' μμνω τ φαλ συνηθείᾳ φρων, Πρνη δ γυν, κα πτοηθεσα, κα σπουδσασα ταχ, λθε βοσα πρς τν Λυτρωτν· Φιλνθρωπε κα οκτρμον, κ το βορβρου τν ργων μου ῥῦσαί με.


Κθισμα

χος γ'. Τν ραιτητα.

Πρνη προσλθ σοι, μρα σν δκρυσι, κατακενοσ σου ποσ Φιλνθρωπε, κα δυσωδας τν κακν, λυτροται τ κελεσει σου, πνων δ τν χριν σου, μαθητς χριστος, τατην ποβλλεται, κα βορβρ συμφρεται, φιλαργυρίᾳ πεμπολν σε. Δξα Χριστ τ εσπλαγχνίᾳ σου.


(Μετάφραση Ανδρέας Θεοδώρου)

Μι πόρνη γυναίκα σ πλησίασε, φιλάνθρωπε Κύριε, κα δειασε στ πόδια σου ρώματα νακατεμένα μ δάκρυα. Κα τ στιγμ κείνη λυτρώθηκε μ τ πρόσταγμά σου π τ δυσωδία τν μαρτημάτων της. ντίθετα ούδας, χάριστος μαθητής, ν κα νέπνεε τν εωδία της χάριτός σου, πέβαλε ατ κα ναμίχτηκε μ τν ναθυμίαση το βορβόρου τς μαρτίας, πουλώντας σε π φιλαργυρία. Δόξα, Χριστέ, στν εσπλαχνία σου!


Έτερον Κθισμα

χος δ'. Ταχ προκατλαβε.

οδας δλιος, φιλαργυρας ρν, προδονα σε Κριε, τν θησαυρν τς ζως, δολως μελτησεν. θεν κα παροινσας, τρχει πρς ουδαους, λγει τος παρανμοις. Τί μοι θλετε δοναι, κγ παραδσω μν, ες τ σταυρσαι ατν;


Έτερον Κθισμα

χος α'. Τν τφον σου Σωτρ.

Πρνη ν κλαυθμ, νεβα οκτρμον, κμσσουσα θερμς, τος χρντους σου πδας, θριξ τς κεφαλς ατς, κα κ βθους στενζουσα. Μ πσ με, μηδ βδελξ Θε μου, λλ δξαι με, μετανοοσαν, κα σσον, ς μνος φιλνθρωπος.