Ο Γέροντας τον άκουσε με συμπάθεια κι αφού του έδωσε τις συμβουλές που έπρεπε, του είπε να γυρίσει πίσω στο κελλί του. Επειδή όμως εκείνος δίσταζε ακόμη μήπως επιστρέφοντας του ανάψει πάλι η φλόγα της κακής επιθυμίας, ο Αββάς Ισίδωρος τον πήρε από το χέρι και τον ανέβασε σ᾽ένα μικρό δωμάτιο, που έιχε πάνω από το κελλί του.
- Κοίταξε εδώ, του είπε, δείχνοντάς του πρός τη δύση.
Είδε τότε ο Μωϋσής ένα ολόκληρο στράτευμα από πονηρά πνεύματα με τεντωμένα τόξα, έτοιμα για πόλεμο και τρόμαξε.
- Κοίταξε τώρα πρός την ανατολή, είπε πάλι ο Γέροντας.
Μυριάδες Αγγέλων σε στρατιωτική παράταξη ήσαν έτοιμοι ν᾽αντιμετωπίσουν τον εχθρό.
Όλοι αυτοί, του είπε ο Αββάς Ισίδωρος, είναι σταλμένοι από τον Θεό να βοηθήσουν τον αγωνιστή. Βλέπεις πως οι υπερασπιστές μας είναι πολύ περισσότεροι και ασυγκρίτως ισχυρότεροι από τους εχθρούς μας;
Ο Μωϋσής ευχαρίστησε με την καρδιά του τον Θεό γι᾽αυτἠ την αποκάλυψη και παίρνοντας θάρρος, γύρισε στο κελλί του να συνεχίσει τον αγώνα του.